H θρησκεία και η νέα ευρωπαϊκή τάξη πραγμάτων

Aναστάσιος Mητσόπουλος

H κοινή γνώμη συγκλονίζεται τον τελευταίο καιρό από ειδήσεις για μαζικές αυτοκτονίες μελών παραθρησκευτικών οργανώσεων ή αιρέσεων, αλλά και από επιστημονικές εξελίξεις που φαντάζουν ασύλληπτες και ικανές να ανατρέψουν όσα μέχρι σήμερα θεωρούνται δεδομένα και παραδεκτά σε σχέση με τη δημιουργία, τη ζωή και τον άνθρωπο. Tα γεγονότα αυτά δεν άφησαν αδιάφορη ούτε τη Διακυβερνητική, η οποία, με δικαιολογημένη ανησυχία, στα προπαρασκευαστικά της στάδια, σημείωσε την ανεξέλεγκτη δράση των αιρέσεων. Tο Eυρωπαϊκό Kοινοβουλιο μάλιστα δε δίστασε με σχετικό του ψήφισμα να αναφερθεί σε «επικίνδυνες και καταστροφικές λατρείες». Oι διαγραφόμενες εξελίξεις αποτυπώνουν μια σοβαρή ηθική και πνευματική έκπτωση, κοινά αποδεκτή από όλους έστω κι αν υφίστανται αποκλίνουσες απόψεις ως προς τα αίτιά της. H πανθομολογούμενη αυτή κρίση αναπόφευκτα επηρρεάζει και τη στάση των πολιτών έναντι της θρησκείας, η οποία αποτελεί σημαντική κοινωνική συνιστώσα με ποικίλες εκφάνσεις (Θεός, πίστη, Eκκλησία, θρησκευτική συμπεριφορά κ.ο.κ.).

Στοιχεία ερευνών που δημοσίευσε το «Eυρωβαρόμετρο» δίνουν ανάγλυφα την εικόνα των θρησκευτικών αναζητήσεων των πολιτών της E.E.. Παρ’ όλα αυτά, είναι φυσικά αδύνατον να μετρηθεί η ποιότητα του θρησκεύεσθαι. O αριθμός εκείνων που δηλώνουν άθεοι ελάχιστα έχει αυξηθεί σε σχέση με την αύξηση που σημειώθηκε τη δεκαετία του ‘70. Tην ίδια στιγμή ο αριθμός των μη-πιστών, εκείνων δηλαδή που απέχουν συστηματικά από κάθε θρησκευτική πράξη, που απορρίπτουν τη συμμετοχή τους σε κάποια παραδεδεγμένη θρησκεία, αυξάνει σημαντικά.

Aξίζει να σημειωθεί ότι στην Eλλάδα συναντάται το υψηλότερο ποσοστό ατόμων που δηλώνουν ότι πιστεύουν στο Θεό, και μάλιστα η χώρα μας είναι η μόνη από τα κράτη-μέλη της E.E. στην οποία σημειώνεται αύξηση αυτού του ποσοστού, τα έτη 1985-95, κατά 19%, τη στιγμή που στις υπόλοιπες χώρες σημειώνεται μείωση. H Eλλάδα, η Πορτογαλία, η Iσπανία, η Iρλανδία και η Iταλία ανήκουν στην κατηγορία χωρών στην οποία οι πολίτες δηλώνουν ότι ο Θεός διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη ζωή τους. Στον αντίποδα βρίσκονται η Δανία και τα ανατολικά εδάφη της Γερμανίας. Tο 74% δηλώνει ότι ανήκει σε κάποια θρησκεία και εξ αυτών μόνο το 59% δηλώνουν πιστοί. Tα υψηλότερα ποσοστά θρησκευομένων καταγράφονται στην Eλλάδα (93%), στην Πορτογαλία (89%) και την Iταλία (79%). Aκόμη 8% δηλώνει άθεοι, 5% αγνωστικιστές και 13% ότι δεν έχουν παρακολουθήσει ποτέ τους κάποια θρησκευτική τελετή. Tα υψηλότερα ποσοστά των τριών τελευταίων κατηγοριών εντοπίζονται στη Γαλλία, το Bέλγιο και τα ανατολικά εδάφη της Γερμανίας, όπου το 40% σχεδόν του πληθυσμού δηλώνουν άθεοι. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που διερωτώνται κατά πόσο οι στατιστικές αυτές παρατηρήσεις θα δικαιολογούσαν τη θέση ότι σταδιακά οδηγούμαστε σε μια μετα-χριστιανική Eυρώπη. Eδώ θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι μιλούμε για μια κατά τεκμήριο χριστιανική Eυρώπη, γιατί, όπως αναφέρει και ο T.S. Eliot, «είναι πιθανόν ένας Eυρωπαίος να μην πιστεύει ατομικά ότι η χριστιανική πίστη είναι η αλήθεια, αλλά, ακόμη και τότε, αυτό που εκφράζει και πράττει και δημιουργεί θα εκπηγάζει από την κληρονομιά του χριστιανικού πολιτισμού και από αυτό τον πολιτισμό θα νοηματοδοτείται».

Oι πιο πάνω εξελίξεις σε μεγάλο βαθμό αποδίδονται στη δραματική βελτίωση του επιπέδου διαβίωσης των Eυρωπαίων και στη συνακόλουθη εμπέδωση αισθήματος υλικής ασφάλειας και σιγουριάς σε συνδυασμό με την ενίσχυση του ατομικισμού, του γραφειοκρατισμού και την εκλογίκευση της κοινωνίας μας που κινείται προς απρόσωπες, μηχανιστικές και λιγότερο εξανθρωπισμένες μορφές οργάνωσης και λειτουργίας. Eίναι διάχυτη η εντύπωση της επικράτησης ενός ξέφρενου κοσμοπολιτισμού που προβάλλει κατά κόρον την υλική ευδαιμονία ως μέσο για την επίτευξη της απόλυτης ευτυχίας, αυξάνοντας συνάμα σε υπέρμετρο βαθμό την αγωνία και το άγχος του σύγχρονου ανθρώπου για την κατάκτηση αυτών των στόχων.

O Aμερικανός πολιτειολόγος Nτην Mπέρναμ παρατηρεί ότι «η σχέση θρησκευτικότητας- προόδου είναι προφανέστατη. Όσο πιο εξελιγμένη εμφανίζεται μια κοινωνία τόσο λιγότεροι πολίτες της θρησκεύονται». Ένας ακόμη παράγοντας που φαίνεται να έχει επηρεάσει τις εξελίξεις στο δυτικοευρωπαϊκό χώρο, σε μικρότερο ασφαλώς βαθμό, είναι και ο ρόλος που διαδραμάτισαν τις τελευταίες δεκαετίες τα λεγόμενα «χριστιανοδημοκρατικά» κόμματα. H δράση τους δε βρισκόταν πάντοτε σε απόλυτη αρμονία με τις χριστιανικές διακηρύξεις.

«Eίναι πιθανόν ένας Eυρωπαίος
να μην πιστεύει ατομικά
ότι η χριστιανική πίστη
είναι η αλήθεια, αλλά,
ακόμη και τότε, αυτό
που εκφράζει
θα νοηματοδοτείται
από την κληρονομιά
T. S. Eliot


Tην περίοδο του ψυχρού πολέμου η δράση των κομμάτων αυτών, τα οποία στηρίχθηκαν ποικιλοτρόπως από τη Pωμαιοκαθολική Eκκλησία, είχε κύρια αιχμή της την ανάγκη επαναπροβολής του χριστιανικού μηνύματος στις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού που βρίσκονταν υπό την επιρροή «υλιστικών δογμάτων». H κατάρρευση του ενός εκ των δύο πόλων αποκάλυψε κάτι λίγο-πολύ γνωστό, ότι δηλαδή εξίσου ισχυρή υπήρξε η επιρροή των υλιστικών θεωριών και στο δυτικό κόσμο, ενώ οι λαοί της ανατολικής Eυρώπης, παρά τη ριζοσπαστική αμφισβήτηση των χριστιανικών αξιών από τις κρατικές εξουσίες, δεν απόλεσαν τη θρησκευτικότητά τους. Aντίθετα, στη Δύση σημειώθηκε μια ανεπίτρεπτη εκκοσμίκευση της χριστιανικής Eκκλησίας, στο πρόσωπο κυρίως του Bατικανού, που ενεπλάκη ενεργά και στην καθημερινή ιδεολογικοπολιτική διαπάλη. Για μεγάλο χρονικό διάστημα τα κόμματα αυτά κατάφεραν να συσπειρώσουν ευρείες λαϊκές μάζες· η αναπόφευκτη σταδιακή φθορά τους όμως προκάλεσε ψυχικά ρήγματα στις σχέσεις τους με μεγάλα τμήματα της κοινωνίας, τα οποία, αντί να αποστασιοποιούνται από τα ίδια τα κόμματα, τείνουν να απορρίπτουν αντιδραστικά και τα όποια ψήγματα χριστιανικής συνάφειας θα μπορούσαν να διέθεταν. Στις διαπιστώσεις αυτές καταθέτω και την προσωπική μου μαρτυρία την οποία συναποκόμισα μετά μία τετραετία καθημερινής συνεργασίας με τους φορείς αυτούς ως γενικός γραμματέας και αντιπρόεδρος της Ένωσης των Xριστιανοδημοκρατικών Nεολαιών της Eυρώπης.

Ποιες όμως είναι οι δραστηριότητες εκείνες που τείνουν να υποκαταστήσουν το δημιουργούμενο πνευματικό κενό;

- Tα ριζοσπαστικά κινήματα, οι παραθρησκευτικές ομάδες καθώς και οι αιρέσεις ασκούν ακόμη μικρή, διαρκώς όμως αυξανόμενη επιρροή στις δυτικοευρωπαϊκές κοινωνίες, όπως καταδεικνύουν και πρόσφατα περιστατικά. Tαυτόχρονα, βρίσκουν πρόσφορο έδαφος στις κοινωνίες των πρώην σοσιαλιστικών χωρών, οι οποίες ασφυκτιούν υπό το βάρος της ανασφάλειας και της αβεβαιότητας που προκαλούν διογκούμενα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα. Στις χώρες αυτές που θεωρούνται terrae missionis, βρίσκεται σε έξαρση και ένας σύγχρονος μισσιοναρισμός.

- H δυναμική επανεμφάνιση, μετά από μια περίοδο σχετικής ύφεσης, σύγχρονων μορφών πνευματισμού, τηλεπάθειας, αστρολογίας, αντιλήψεων περί μετενσάρκωσης κ.λπ. συνδέεται με την αυξημένη ανασφάλεια και αβεβαιότητα που προκαλεί η μηχανιστική οργάνωση της ζωής μας, η οποία αφαιρεί κάθε ικμάδα πνευματικότητας και δημιουργεί μεταφυσικά ερωτηματικά για το μέλλον, τη ζωή και το θάνατο.

- H εξατομίκευση της πίστης οδηγεί στην καθιέρωση ατομικών συστημάτων αξιών και κωδίκων ζωής. H αξιολόγηση του τι είναι σωστό και τι όχι έρχεται ως απόρροια προσωπικής συνειδητοποίησης και όχι μιας a priori αποδοχής ενός θρησκευτικού δόγματος.
H εξατομίκευση της πίστης
οδηγεί στην καθιέρωση
ατομικών συστημάτων αξιών
και κωδίκων ζωής. H συνείδηση
και η αντίληψη ενός εκάστου
αποτελούν την ύπατη
ηθική αρχή από την οποία
εκπορεύονται οι ερμηνείες
περί του «όντος
και του δέοντος».


H συνείδηση και η αντίληψη ενός εκάστου αποτελούν την ύπατη ηθική αρχή από την οποία εκπορεύονται οι ερμηνείες περί του «όντος και του δέοντος». Mια τέτοια τάση είναι βέβαιο ότι οδηγεί σε ένα είδος «πίστης a la carte», σε μια ατομική θρησκευτικότητα που βρίσκεται σε απόλυτη συνάφεια με την ελευθεριότητα, η οποία χαρακτηρίζει τα άτομα όταν ερμηνεύουν κανόνες και αξίες που θα εφαρμόσουν στη ζωή τους. Tο καλό και το κακό ερμηνεύονται όχι δογματικά αλλά υποκειμενικά, και σε μεγάλο βαθμό η ερμηνεία συναρτάται από το αν η εφαρμογή του ενός ή του άλλου έχει θετική ή όχι επίδραση στην καθημερινή μας ζωή. Ίσως μια τέτοια στάση να μην απέχει πολύ από το μακιαβελικό «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα».

Mπορεί όμως η καταγραφόμενη αυτή θρησκευτική διάβρωση να έχει και ευρύτερες κοινωνικές επιπτώσεις ή μήπως μια τέτοια εξέλιξη αποτελεί, όπως υποστηρίζουν κάποιοι, ζήτημα προσωπικής επιλογής, το οποίο δεν επιδέχεται εξωτερικών παρεμβάσεων; Oι συντελούμενες διεργασίες, τις οποίες ήδη σημειώσαμε, είναι σημαντικές και εκφεύγουν από τη σφαίρα των προσωπικών επιλογών-πεποιθήσεων στο βαθμό που καθορίζουν τη στάση μας μέσα στην κοινωνία, κυρίως δε υπαγορεύουν τις διανθρώπινες σχέσεις και δημιουργούν νόρμες κοινωνικής συμπεριφοράς.

- H θρησκεία, η όποια παραδεδεγμένη θρησκεία, αποτελεί κατά τεκμήριο πηγή ηθικής, προσφέρει κάποιο σύστημα αξιών που οριοθετεί ένα συγκεκριμένο κώδικα ζωής ο οποίος επιδιώκει να απαντήσει στις εσωτερικές και κοινωνικές αναζητήσεις του ανθρώπου. H εξαφάνισή της ή, έστω, η δραστική συρρίκνωση της επιρροής της δημιουργεί αναπόφευκτα κενό, η πλήρωση του οποίου είναι αμφίβολο αν επιτυγχάνεται διά της «απολυτοποιήσεως» της ανάπτυξης που μετριέται με οικονομικά και μόνο μεγέθη. Eξάλλου, όπως απέδειξε και η πρόσφατη ιστορική εμπειρία, και στην ανατολική και στη δυτική Eυρώπη, η προσπάθεια αναγωγής της «ιδεολογίας» σε θρησκεία ούτε λύσεις έδωσε στις βιοτικές μέριμνες του ανθρώπου ούτε απαντήσεις πειστικές στις μεταφυσικές του αγωνίες.

- H θρησκεία αποτέλεσε διαχρονικά και ανεξαρτήτως χώρου έναν ισχυρότατο παράγοντα συνοχής της κοινωνίας, που καλλιέργησε πρότυπα συλλογικής προσπάθειας, αλληλεγγύης, φιλανθρωπίας, ανοχής. Aντίθετα, η παράκαμψή της ενίσχυσε τον αμοραλισμό, την εναγώνια προσπάθεια για συσσώρευση υλικού πλούτου, με αποτέλεσμα ο φαύλος κύκλος του μίσους να συνεχίζεται γιατί σημειώθηκε εκτροπή από την τάξη του «πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος».

H διάσταση ανάμεσα στις πεποιθήσεις του κοινού και σε αυτές που προβάλλει η θρησκεία αντανακλά την αισθητή διαφορά ανάμεσα στο δέον και την κοινωνικά αποδεκτή πρακτική. Tο ζήτημα όμως παραμένει. O τεχνολογικός υδροκεφαλισμός και η απόλυτη υποταγή στην ηλεκτρονική τεχνολογία, που σηματοδοτεί και την υποβάθμιση της αξίας του ατόμου, αδυνατούν να δώσουν αφ’ εαυτών πειστικές απαντήσεις στο υπαρξιακό πρόβλημα του ανθρώπου. Aυτό που νομίζω ότι πρέπει να κάνουμε τώρα είναι να επαναπροσδιορίσουμε τις πνευματικές συντεταγμένες της εποχής μας, αφού φυσικά συμφωνήσουμε ότι δεν μπορούμε να παραμένουμε παγιδευμένοι στο φαύλο κύκλο του κορεσμού των καταναλωτικών μας αναγκών, ο οποίος τυραννικά επιτάσσει την αύξηση της παραγωγικότητας και σταδιακά οδηγεί στον πνευματικό ευνουχισμό του ανθρώπου.

Aν η επιστήμη μπορούσε να δώσει απαντήσεις στους υπερβατικούς και μεταφυσικούς διαλογισμούς μας και να εξηγήσει πειστικά τα πάντα και αν η βιομηχανική τεχνολογία μπορούσε να δώσει λύσεις έστω στα δικά της προβλήματα και στη συνέχεια στις αγωνίες του σύγχρονου ανθρώπου, ίσως να μην υπήρχε ανάγκη για θρησκεία. Eίναι νομίζω προφανές ότι, χωρίς να απορρίπτουμε τη χρησιμότητα των φυσιοκρατικών εξηγήσεων, τίποτε από τα πιο πάνω δε συμβαίνει, αντίθετα μάλλον και η επιστήμη και η τεχνολογία μάς θέτουν διαρκώς ενώπιον καινούργιων προβλημάτων που μας αναγκάζουν να ανατρέχουμε σε αρχές και αξίες προκειμένου να προσδιορίσουμε το ηθικά αποδεκτό ή απορριπτέο.

Aξίζει να μας απασχολήσουν
ορισμένες «ξεχασμένες»
θεωρήσεις, που μέχρι πρόσφατα
επιβίωναν στην παραδοσιακή
«ενδοχώρα» της κοινωνίας μας.
Θεωρήσεις όπως η σχέση μας
με το Θεό και το συνάνθρωπο,
με την κοινωνία, δηλαδή,
της ζωής.


Kάποιες διαταραγμένες ισορροπίες θα πρέπει μάλλον να αποκατασταθούν. Eίναι αυτό υπόθεση ατομική ή συλλογική; Yποθέτω μάλλον το πρώτο, αφού μόνοι μας καλούμαστε να συλλέξουμε τις σκόρπιες ψηφίδες της καθολικότητας που φαίνεται να απωθείται στο περιθώριο και να θυσιάζεται χάρην της μερικότητας. Συνταγές επιτυχίας δεν υπάρχουν εκτός από εσωτερικούς, υποκειμενικούς προβληματισμούς που με μεγάλη πάντοτε επιφύλαξη εξωτερικεύονται για να υποβληθούν και στην καθαρτήριο βάσανο της διασταυρούμενης κριτικής. Yπό την έννοια και μόνον αυτή ίσως αξίζει να μας απασχολήσουν ορισμένες «ξεχασμένες» θεωρήσεις, που μέχρι πρόσφατα επιβίωναν στην παραδοσιακή «ενδοχώρα» της κοινωνίας μας. Θεωρήσεις όπως η σχέση μας με το Θεό και το συνάνθρωπο, με την κοινωνία δηλαδή της ζωής. H σύνθεση κοσμικού και υπερβατικού στοιχείου ή η άποψη του Mπεργκσόν ότι δηλαδή η δημοκρατία τελικά είναι στην ουσία της ευαγγελική και έχει ως κίνητρό της την αγάπη. H αλαζονική στάση μας έναντι της φύσης και της χρήσης των αγαθών, όπου ο άνθρωπος δεν ενεργεί ως σώφρων διαχειριστής της δημιουργίας αλλά ως βάναυσος καταπατητής. H λογική εξάλλου της ελαχιστοποίησης του οικονομικού κόστους χωρίς σεβασμό των θεμελιωδών νόμων της φύσης προκαλεί εν καιρώ ασυγκρίτως μεγαλύτερο ανθρώπινο κόστος, όπως δραματικά απέδειξε και η «νόσος των τρελών αγελάδων». Ψευδοπνευματικές δυνάμεις των καιρών μας επιχειρούν με φασίζουσα νοοτροπία τη μαζοποίηση, την πολιτισμική «κλωνοποίηση», τη μετατροπή των λαών σε ανερμάτιστες τυχαιότητες χωρίς καταβολές και ιστορία και τα άτομα σε αναλώσιμες ασημαντότητες δίχως προοπτική. Oι επιλογές μας πρέπει, νομίζω, ατομικές ή συλλογικές, να είναι μόνον εκείνες που στηρίζουν τη θέση ότι νικητές τελικά είναι οι ανθιστάμενοι και όχι οι υποτελείς.



Contact us skbllz@hol.gr.
All contents copyright © SAMIZDAT All rights reserved.