Κύριο άρθρο της 14-01-00

Με νηφαλιότητα...

Οι έντονες αντιδράσεις για το ζήτημα των υπερβολικών τόκων, που χρεώνουν οι τράπεζες τους δανειολήπτες, τείνουν εσχάτως να συσκοτίζουν τις παραμέτρους του προβλήματος. Πραγματικά, η συζήτηση για τα πανωτόκια δεν αφορά την εν γένει τραπεζική τακτική, όπως π.χ. τις αιτιάσεις για τη μεγάλη διαφορά μεταξύ των επιτοκίων καταθέσεων και χορηγήσεων ή τις επικρίσεις ότι οι τράπεζες «τσακίζουν» τους πελάτες τους με την πρώτη δυσκολία των τελευταίων. Αφορά ειδικώς και μόνο το ζήτημα του ανατοκισμού των τόκων, που οι πελάτες δεν πληρώνουν. Καθώς οι τράπεζες κεφαλαιοποιούσαν τους καθυστερούμενους τόκους κάθε τρεις μήνες και χρέωναν επ' αυτών νέους τόκους, τα χρέη εκτινάσσονταν σε ποσά πολλαπλάσια της αρχικής οφειλής. Η υπόμνηση αυτή είναι, ίσως, απαραίτητη για να αντιμετωπισθεί με νηφαλιότητα ό,τι τώρα ξεσηκώνει κραυγές οργής. Πράγματι, αν είναι σκόπιμος κάποιος φραγμός στον ανατοκισμό των τραπεζικών απαιτήσεων, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι ο ανατοκισμός χωρεί επειδή οι δανειολήπτες δεν πληρώνουν. Η αντιμετώπιση του προβλήματος οφείλει, λοιπόν, να μην προσλάβει όψη επιβραβεύσεως των κακοπληρωτών, ούτε βεβαίως κινήτρου ασυνέπειας για το μέλλον. Πέραν αυτού, τα τυχόν μέτρα επιβάλλεται, όπως κάθε ...σεισάχθεια, να ευνοούν τα όντως θύματα και όχι κραυγαλέες περιπτώσεις «μπαταχτσήδων». Τελικώς, όπως σε κάθε ρύθμιση χρεών, το ζητούμενο είναι να θεσπισθεί ένα πλαίσιο κρίσεως κάθε οφειλέτη, με συνεκτίμηση της περιουσιακής του καταστάσεως, της υπαιτιότητός του, αλλά και της βιωσιμότητος της επιχειρήσεώς του. Οι διακρίσεις αυτές δεν γίνονται από τους πολιτικούς, που έσπευσαν να μεμφθούν τη νέα ρύθμιση. Κι αυτό γιατί μία στάση νηφαλιότητος και αμεροληψίας δεν θα ήταν δημοφιλής, ούτε θετική για τις σχέσεις των πολιτικών με τους χρηματοδότες τους, ιδίως σε προεκλογική περίοδο. Η προσωπική εκστρατεία που έχει αναλάβει για το θέμα ο κ. Κ. Μητσοτάκης, σε ένα «λόμπινγκ» μάλλον ασύνηθες για τα ελληνικά δεδομένα, ενισχύει την εντύπωση αυτή. Το πρόβλημα από τα «πανωτόκια» και υπαρκτό είναι και χρήζει αντιμετωπίσεως, ιδίως αν σκεφθεί κανείς ότι στα χρέη προς το Δημόσιο δεν γίνεται ανατοκισμός, ενώ στα χρέη προς το ΙΚΑ οι τόκοι δεν μπορούν να υπερβούν το 120% της αρχικής οφειλής. Η αντιμετώπιση, όμως, δεν θα είναι δίκαιη, αν δεν υπάρξει διαφοροποίηση των επιμέρους περιπτώσεων. Δεν είναι όλοι οι χρεώστες ανυπαίτιοι - ούτε όλοι άξιοι υποστηρίξεως σε βάρος των τραπεζικών εταιρειών και των μετόχων τους...