ΣΤΑΣΕΙΣ (12-01-00)

Ποινές

Εραστές του ανέφικτου όπως είμαστε, και καυχόμαστε γι' αυτό, αποφασίσαμε με αργοπορία κάμποσων ετών να σώσουμε την πόλη από την κατακτητική συμπεριφορά των τροχών και κάπως να αντιμετωπίσουμε το καθημερινό κομφούζιο. Και τη διαλέξαμε καλά τη στιγμή της παρέμβασής μας: ακριβώς μόλις συμπληρώθηκαν οι τριακόσιες χιλιάδες των αυτοκινήτων που προστέθηκαν στον ήδη τεράστιο αθηναϊκό στόλο, χάρη και στα κέρδη από το Χρηματιστήριο, που κάπου έπρεπε να «επενδυθούν». Υποτίθεται, λοιπόν, ότι με τη δράση των γερανών (που «θα είναι αμερόληπτη», όπως ανέξοδα μας βεβαιώνουν για πολλοστή φορά) και με την (πρώτα ο Θεός) λειτουργία του μετρό, θα προστατευθεί επαρκώς η ψυχική μας ισορροπία και θα λιγοστέψει σημαντικά ο χρόνος μας που χάνεται στις ουρές της απελπισμένης αναμονής. Το ότι δεν έχει ληφθεί πρόνοια για τη δημιουργία χώρων στάθμευσης κοντά στους κόμβους του υπογείου, ας μη μας αποθαρρύνει· ανέκαθεν βάζαμε το κάρο πριν από τα βόδια, κι ωστόσο προχωρούμε πλησίστιοι προς την ΟΝΕ της πάσης (και πάλι: υποτίθεται) ευτυχίας. Προκαλεί πάντως απορίες μία από τις τιμωρίες που προβλέπει ο Κώδικας Οδικής Κυκλοφορίας: Στη «μη διευκόλυνση της ταχείας κυκλοφορίας σε έκτακτη ανάγκη ασθενοφόρων, πυροσβεστικών και περιπολικών» αντιστοιχούν πέντε βαθμοί ποινής. Ναι, θα ήταν δίκαιο να προβλεφθούν και πενήντα βαθμοί, και άμεση αφαίρεση του διπλώματος, αν ήταν εφικτό να αποδείξουμε πέραν πάσης αμφισβητήσεως ότι κάποιοι οδηγοί παρακωλύουν εσκεμμένα, αν όχι χαιρέκακα και σαδιστικά, την ταχεία κυκλοφορία ασθενοφόρων. Μα φαίνεται πώς ο νομοθέτης έλαβε την απόφασή του χωρίς να βρεθεί έστω μία φορά σε κάποιον από τους δρόμους της Αθήνας, με τη σειρήνα να ουρλιάζει και τους οδηγούς να μην μπορούν, παρά την αυτονοήτως καλή τους πρόθεση, να κάνουν το παραμικρό για να διευκολύνουν τα πράγματα. Κουμπιά που να συρρικνώνουν προσωρινά τα αυτοκίνητα ή να τα ανεβάζουν σε κάποιο ύψος, ώσπου να περάσουν τα σειρηνοφόρα, δεν υπάρχουν δυστυχώς ούτε καν στις ταινίες του Τζέιμς Μποντ. Στρέφουν αμήχανοι το βλέμμα τους οι γιωταχήδες του κέντρου, δεξιά κάγκελα, αριστερά κάγκελα ή κακόγουστες (και επικίνδυνες) τσιμεντένιες μπάλες, που δεν τους επιτρέπουν να ανέβουν για λίγο στο πεζοδρόμιο για να περάσει το «έκτακτο περιστατικό». Οπότε; Ποιος στ' αλήθεια εμποδίζει την αναγκαία «ταχεία κυκλοφορία», τουλάχιστον στους καγκελόφραχτους δρόμους; Και ποιος και με τι κριτήρια αποφασίζει να εφαρμόσει ένα ηθικό πόιντ σύστεμ, κρίνοντας ανάξια την ανθρωπιά των αυτοκινητιστών που συμπάσχουν αλλά αδυνατούν να συντρέξουν, αφού είναι εγκλωβισμένοι;

Του ΠΑΝΤΕΛΗ ΜΠΟΥΚΑΛΑ