ΑΠΟΨΕΙΣ (29-12-99)

Ας μην παρασυρόμαστε. Διώκονται, λέει, 14 αστυνομικοί στο τμήμα Μενιδίου για παράνομες άδειες σε αλλοδαπές, κυκλώματα προστασίας, οικοδομικές άδειες, ακόμη και συγκάλυψη απόδρασης. Και εμείς σπεύδουμε στο συμπέρασμα: συνολική η διαφθορά στην αστυνομία κ.ο.κ.

Κανείς δεν σκέφθηκε το απλούστερο: Το Μενίδι είναι περιοχή σεισμόπληκτη. Ο πληθυσμός υποφέρει, η οικονομία έχει πληγεί. Μήπως προ οφθαλμών έχουμε μια χαλαρότερη εφαρμογή του νόμου για λόγους καθαρά... ανθρωπιστικούς; Οτι οι αστυνομικοί αποκόμιζαν κάποιο όφελος δεν λέει τίποτε. Στο κάτω-κάτω από τον σεισμό επλήγησαν και... εκείνοι.

Και μην απορρίπτετε τη σκέψη αυτή τόσο πρόχειρα, λέγοντας ότι οι αστυνομικοί πουλούσαν προστασία. Οχι, πάντως, όσοι (ελάχιστοι, είναι αλήθεια) δεχθήκατε πρόθυμα τις ανθρωπιστικές εξηγήσεις του ΝΑΤΟ, όταν πούλησε προστασία στο Κοσσυφοπέδιο.

Σε κάθε περίπτωση, η χθεσινή «αποκάλυψη» ενισχύει μια απορία: αν οι «μπάτσοι» πουλάνε προστασία, μήπως πουλάνε και την ηρωίνη, όπως επιμένουν να διατείνονται τα συνθήματα στους τοίχους των Εξαρχείων και άλλων περιοχών της Αθήνας; (Παλαιότερα, στην Πανεπιστημίου, κάποιος είχε προσθέσει στο σύνθημα αυτό και τη λέξη «...ακριβά», διευκρινίζοντας ότι η αντίρρησή του στη φερομένη αστυνομική εμπορία του ναρκωτικού δεν οφειλόταν σε προκατάληψη, αλλ' αποκλειστικά στις... ψηλές τιμές.)

Με αφορμή το σκάνδαλο... Αχαρνών, θα μπορούσε, πάντως, κανείς να διατυπώσει μερικές πρόχειρες σκέψεις. Πρώτον, ότι ουδέν αποκαλυπτικό. Οσο και αν υποκρινόμαστε εκπλησσόμενοι, αρκεί να δει κανείς τη νυχτερινή Αθήνα στο έλεος ανενόχλητων μπράβων και παρκαδόρων, για να αντιληφθεί ότι το κατάντημα αυτό δεν είναι δυνατόν χωρίς αστυνομική ανοχή, άρα χωρίς αστυνομική συνενοχή. Γιατί δεν μπορεί, π.χ., να σου απαγορεύουν διάφοροι απειλητικοί «μάγκες» να παρκάρεις στην πεζοδρομημένη Σανταρόζα, επειδή τη χρησιμοποιούν ως χώρο στάθμευσης νυχτερινού κέντρου (τουλάχιστον, ας διεφύλατταν τον... πεζόδρομο) ούτε να κλείνει μια λωρίδα και το πεζοδρόμιο της Συγγρού από τα αυτοκίνητα θαμώνων πολυτελούς εστιατορίου και να υποδυόμαστε ότι η αστυνομία όλα αυτά απλώς δεν τα έχει δει...

Ούτε έχουν πειστική εξήγηση επιβολής του νόμου οι διαδοχικές μεταμεσονύκτιες επισκέψεις του ίδιου αστυνομικού σε σπιθαμιαίο μπαρ και οι συστηματικές μηνύσεις δι' ασήμαντον -ή και καθόλου- αφορμή. Θού Κύριε, βέβαια, αλλά ευρεθείς σε μια τέτοια «επιθεώρηση» άκουσα αρκετούς θαμώνες να παραινούν τους ιδιοκτήτες «ρίχτε του, ρε παιδιά, τίποτε, να ησυχάσουμε». Αυτό δεν αποδεικνύει, φυσικά, την ιδιοτέλεια του αστυνομικού· αποδεικνύει, όμως, ότι ελάχιστοι πολίτες ήταν πρόθυμοι να πιστέψουν στην... ανιδιοτέλειά του. Αναλόγως ελάχιστοι, υποθέτω, εξεπλάγησαν με τα «καμώματα» των Μενιδιατών.

Σκέψη δεύτερη, εν μέρει «ένσταση» στην πρώτη. Η διαφθορά δεν είναι... ίδια. Οπως η προθυμία ενός υπαλλήλου να επισπεύσει ένα πιστοποιητικό με αντάλλαγμα ένα πεντοχίλιαρο δεν προεξοφλεί την προθυμία του να εκδώσει πλαστό πιστοποιητικό, έτσι και η υπογραφή ενός αστυνομικού σε μία παράνομη άδεια αλλοδαπής πεταλούδας δεν σημαίνει σύμπραξή του σε κύκλωμα Ρώσων μαφιόζων. Η διαφορά αυτή δεν πρέπει να λησμονείται ούτε κατά την αντιμετώπιση του κάθε συγκεκριμένου παραβάτη ούτε κατά την όλη έρευνα του φαινομένου και την προσπάθεια πάταξής του.

Ενα βήμα ακόμη. Κοινό σημείο της «μικρής» και της βαριάς διαφθοράς είναι το οικονομικό όφελος, άρα το οικονομικό συμφέρον και του διαφθειρομένου και του διαφθείροντος. Αξίζει να δεί κανείς μήπως σε κάποιες περιπτώσεις το συμφέρον αυτό το στηρίζει ο νόμος. Αν π.χ. τα ναρκωτικά ή η πορνεία είναι μοιραίο να έχουν ζήτηση, είναι βέβαιο ότι βασική επίδραση της απαγόρευσής τους θα είναι η εκτόξευση της...τιμής τους.

Εύκολες απαντήσεις δεν υπάρχουν, βεβαίως, σε τέτοια ζητήματα ούτε η νομιμοποίηση αποτελεί πάντοτε την καλύτερη λύση. Είναι, όμως, χρήσιμο να έχουμε συνείδηση της έντασης των επιθυμιών των ανθρώπων και να σκεφτόμαστε μήπως είναι καλύτερο να επιτρέπεται, παρά να απαγορεύεται μια συμπεριφορά -κι ας τη θεωρούμε «ανήθικη» ή επικίνδυνη- αν η απαγόρευση δεν μπορεί να τηρηθεί.

Ο τζόγος είναι μία τέτοια συμπεριφορά - και είναι άκρως ενδιαφέρον να δει κανείς πώς τα περισσότερα κράτη επέλεξαν να τον προωθήσουν, για να εξασφαλίσουν έσοδα απ' αυτόν. Οι ψυχίατροι, αλλά και διάσημοι λογοτέχνες βεβαιώνουν ότι η ψυχική εξάρτηση του παίκτη είναι ισχυρότατη. Και όταν το κράτος διευκολύνει την εκδήλωσή της -με καζίνο, ιπποδρόμια ή μέτρα ενίσχυσης του παιγνίου στα χρηματιστήρια- για να αυξήσει τα έσοδά του, δεν συμπεριφέρεται πολύ διαφορετικά από τον αστυνομικό, που «τα πιάνει»· μόνο που το κράτος εισάγει έναν νόμο και... δεν παρανομεί.

Χρειάζεται η σχετική περίσκεψη, κοντά στην υποτιθέμενη «έκπληξη» για το ένα τρισεκατομμύριο(!), που παίχτηκε στα νόμιμα τυχερά παιχνίδια της χώρας τη χρονιά που πέρασε...

Αναμφιβόλως, όλα αυτά θα απασχολούσαν, από άποψη θετέου δικαίου, τον υπουργό Δικαιοσύνης, αν κατέπαυαν οι σε βάρος του δυσφημήσεις και του άφηναν χρόνο να ασχοληθεί με τα καθήκοντά του, αντί να επιδίδεται σε δικανικές μάχες.

Εκτός αν, όπως ελέχθη από κάποιον κακεντρεχή, είναι προτιμότερο για μας ο συγκεκριμένος υπουργός να... μην ασχολείται με τα καθήκοντά του!

Αυτό, όμως, μπορεί να διασφαλισθεί κατά τρόπο και απλό και επίσημο: αρκεί να τεθεί εκτός κυβερνήσεως. Αλλά, πάλι, πώς μπορεί να οδεύσει η χώρα προς το 2000 χωρίς τον πρεσβευτή του εκσυχρονισμού στο υπουργικό συμβούλιο;

Κάποιοι, πάντως, που αξίζει να μας απασχολούν πολύ περισσότερο από τον εν λόγω υπουργό, θα χαιρετίσουν το 2000, όπως ακριβώς πέρασαν τα Χριστούγεννα: μόνοι, χωρίς στήριγμα, χωρίς παρέα.

Σ' αυτούς αφιερώνεται η σημερινή δεύτερη φωτογραφία της στήλης, αλλά και ρεπορτάζ στις σελίδες ελληνικής επικαιρότητας της «Κ». Σ' αυτούς, που νιώθουν τη μοναξιά εντονότερη στις γιορτές, αλλά τη νιώθουν και κάθε μέρα.

Πέρυσι, τέτοιο καιρό, το Ευρωβαρόμετρο είχε θυμίσει πόσοι είναι αυτοί, οι άνθρωποι χωρίς οικογένεια, φίλους και στοργή γύρω τους με μια ξερή στατιστική αναφορά: «το 44% των ηλικιωμένων άνω των 75 ετών στην Ευρωπαϊκή Ενωση ζουν μόνοι»... Μόνοι. Είναι οδυνηρό, ακόμη και αν έχει κανείς χρήματα. Είναι οδυνηρό κάθε πρωί, όταν, για να ξαναθυμηθούμε τον Σεφέρη, το ζεστό νερό τους θυμίζει ότι δεν έχουν τίποτε άλλο ζωντανό κοντά τους...

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΣΤΡΙΩΤΗΣ