ΣΤΑΣΕΙΣ (08-12-99)

Πομπές

Φρίττουμε βέβαια. Ετσι λέμε. Ετσι θέλουμε να πιστεύουμε για τον εαυτό μας, έτσι, ακράδαντα ηθικούς, θέλουμε να μας βλέπουν όλοι οι υπόλοιποι. Ναι. Τεντώνουμε το δείκτη επιτιμητικά, λέμε λόγια αυστηρά, προσποιούμαστε τους συγκλονισμένους. Και την ίδια ώρα καταβροχθίζουμε με ακόρεστο ενδιαφέρον το κίτρινο που γράφει «κανόνες ηθικής» πάνω στη μικρή οθόνη. Την ίδια ώρα, μετέχουμε ενθουσιωδώς στην οφθαλμοπορνεία, τάχα επειδή πρέπει να ξέρουμε ποιο είναι το κακό ώστε να μπορούμε να το καταδικάσουμε μετά γνώσεως. Και, εκτινάσσοντας το δείκτη της θεαματικότητας προς ύψη δυσθεώρητα, νομιμοποιούμε την εισβολή σε ξένες κρεβατοκάμαρες και την εμπορία ειδήσεων ή «ειδήσεων», δηλαδή την εμπορία της ανήλικης σάρκας την οποία υποτίθεται ότι θέλουμε να προστατέψουμε από όσους ασκούν πάνω της τη βία της «γοητείας» ή της φήμης τους. Στη ζούγκλα της υποκρισίας, ο εξουσιασμός παριστάνει τον έρωτα, ο ποικιλότροπος εκβιασμός την ηθική αδιαλλαξία, η δε πορνογραφία την ιερή προς υπεράσπιση των χρηστών ηθών. Ποιων χρηστών ηθών; Μα, καταρχάς, των τηλεοπτικών, εκείνων που ορίζουν ότι αν έχουμε κάποια ειδησούλα για κύκλωμα σωματεμπόρων, πρέπον είναι να δείξουμε αβανταδόρικες σκηνές από πορνοταινίες. Δεν έχουν καμία σχέση με το θέμα; Ε, και; Εχουν και παραέχουν με τα ένστικτα του καναπέ, που πρέπει να ερεθιστούν, έχουν και παραέχουν με το πεινασμένο βλέμμα, που πρέπει να καθηλωθεί, να μην αλλάξει κανάλι. Ο κ. Τριανταφυλλοπουλος, κάθε Τρανταφυλλόπουλος, γνωρίζει άριστα ότι μπορεί να εμπιστεύεται απολύτως την «κοινή γνώμη», δηλαδή τον κοινό οφθαλμό με τον οποίο αυτή ταυτίζεται. Γνωρίζει ότι ακόμα και όσοι θα δηλώσουν αποσβολωμένοι, θα έχουν προλάβει να φωνάξουν «κι άλλο! κι άλλο!», ενθουσιασμένοι από το λιντσάρισμα της φίρμας που πίστεψε ότι η φήμη αποτελεί απόλυτο άλλοθι για οτιδήποτε. Ολοι οι παραγωγοί ηθικοπλαστικής χυδαιότητας ξέρουν ότι στο παιγνίδι της τηλεόρασης δεν υπάρχουν κανόνες. Λίγη πονηριά αρκεί: Πριν προχωρήσεις στο «ψητό», πρέπει να δώσεις μια δακρύβρεχτη παράσταση χρηστότητας, για να αθωώσεις όχι τον εαυτό σου (τέτοιο αστείο πρόβλημα δεν είχες και δεν θα έχεις ποτέ σου) αλλά τους θεατές σου, ώστε να σε παρακολουθήσουν μέχρι τέλους και δίχως την αίσθηση ότι γίνονται συνένοχοι, ότι συμπρωταγωνιστούν στη διαπόμπευση, προετοιμάζοντας κατ' ουσίαν και τη δική τους, αν διοχετευτούν «στοιχεία» εις βάρος τους. Οχι. Στο παιγνίδι της τηλεόρασης δεν υπάρχει κανένα όριο, γιατί έτσι «θεσμοθετήθηκε» από την υστερόβουλη πολιτεία και έτσι έγινε αποδεκτό από όλους εμάς τους καναπεδοκένταυρους. Κανένα όριο και κανένας αθώος.

Του ΠΑΝΤΕΛΗ ΜΠΟΥΚΑΛΑ