ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ (26-11-99)

Καταναλωτική ομορφιά

Ομορφιά και διαφθορά και άφθονο χρήμα, α! δεν θα μπορούσε να βρεί η διασκεδαστική ενημέρωσή μας καλύτερα συστατικά για να παρουσιάσει συζητήσεις και ρεπορτάζ για τον «σκοτεινό κόσμο της μόδας». Την ευκαιρία την έδωσε η έρευνα της δημοσιογράφου του BBC που κατάφερε να μπει σε κυκλώματα μοντέλων και πρακτορείων μόδας από τα διασημότερα του κόσμου και να αποκαλύψει ότι πίσω από τη βιτρίνα υπάρχει διαφθορά, πορνεία και ναρκωτικά. Αλλά ήταν και πάλι θαυμαστό το πάθος και η ηθική αυστηρότητα με την οποία προσέγγισαν το σπουδαίο αυτό θέμα τα δελτία ειδήσεων. Και είναι για μία ακόμη φορά θαυμαστή η αντίφαση αυτού του ατσαλένιου συστήματος δημοσιότητας, βασικό μοχλό του οποίου αποτελεί φυσικά και η τηλεόραση. Γιατί το παρόν μοντέλο τηλεοπτικού προγράμματος, μετά τα γκλόσυ περιοδικά ήταν το μέσον που έδωσε την τεράστια ώθηση στον κόσμο της μόδας και της ομορφιάς, καλλιεργώντας και προωθώντας τις κατάλληλες αντιλήψεις για την διευκόλυνση βεβαίως, του καταναλωτικού σκέλους. Και κατανάλωση χωρίς ψευδαισθήσεις δεν υπάρχει. Εχει ενδιαφέρον η άποψη που αναπτύσσει ο Sombart στο «Πολυτέλεια και καπιταλιστές», ο οποίος, αναλύοντας τα ήθη της αυλής του Λουδοβίκου 14ου με τις διασκεδάσεις και τις μετρέσες, θεωρεί ότι αποτέλεσαν το πρότυπο για να αλλάξουν οι αντιλήψεις της εποχής, κυρίως για τη γυναίκα. Μια εξεζητημένη επιδεικτικότητα του παράνομου έρωτα, που συνδυάστηκε με τον πλούτο είχε ως παρεπόμενο και την καθιέρωση της μόδας. Οι ερωμένες, καλοντυμένες, αρωματισμένες και όμορφες που κυκλοφορούσαν στα σαλόνια ή στις ιπποδρομίες έγιναν πρότυπο για τις υπόλοιπες γυναίκες, που δεν ήθελαν να υστερούν φυσικά σε ομορφιά και κοστούμια. Ακραία ή όχι, εκκεντρική ή μη αυτή η άποψη έχει ενδιαφέρον, καθώς βρίσκει τη συνέχειά της σ' ένα σύστημα προβολής της ομορφιάς που συνδυάζεται πάντα με τον πλούτο, την επιτυχία και τον ηδονισμό, που καθιερώνεται στον 20ό αιώνα με τα περιοδικά και τις γυαλιστερές φωτογραφίες και κατ' επέκταση αργότερα με τα τηλεοπτικά σόου και τα καλλιστεία, τα οποία προστίθενται στην αλυσίδα αυτής της βιομηχανίας των ψευδαισθήσεων. Ο ερωτισμός βιομηχανοποιείται και η απελευθερωμένη σάρκα επιδεικνύεται όχι για δική της απόλαυση, όσο για να αποτελέσει τον κράχτη των αφελών που είτε θα καταναλώσουν για να φτάσουν το πρότυπό τους είτε θα προσφερθούν προς κατανάλωση για να γευθούν τη χλιδή, που υπαινίσσονται οι φωτογραφίες ή τα δημοσιεύματα για ζωή χαρισάμενη με γλέντια σε ωραίους χώρους και φιλίες με πλούσιους και ισχυρούς. Οχι, βέβαια ότι κινδυνεύει η ηθική, η κοινωνία ή οι αξίες απ' όλα αυτά, αλλά η εποχή μας προσφέρει την κινητικότητα, την αμεσότητα της εμπειρίας, καταργεί κάθε απόσταση και όπου υπάρχουν χαλαρές αντιστάσεις είναι εύκολη η παράδοση χωρίς όρους στην ψευδαίσθηση. Με το που εμφανίστηκαν οι γυμνάστριες στα πρωινά τηλεοπτικά προγράμματα και άρχισε να γίνεται θέμα στα περιοδικά η σπουδαία ζωή τους στις πασαρέλες, στα πάρτι της μόδας και στα κοσμικά νησιά, έσπευσαν σε γυμναστήρια τα κορίτσια ελπίζοντας πως θα βρουν ευκαιρία να ζήσουν το ίδιο όνειρο. Το ίδιο συνέβαινε παλιότερα με τις στάρλετ του σινεμά, το ίδιο και με τα μοντέλα. Εχουν μιλήσει τόσοι γι' αυτά τα «δόγματα της τέχνης των μαγισσών» (Ντανιέλ Μπελ) και με έμφαση για τον χώρο της μόδας ο Αλτμαν στην ταινία του «Pret a porter», η οποία τελειώνει με μια επίδειξη μόδας όπου τα μοντέλα παρελαύνουν όλα γυμνά ως αναφορά στο παραμύθι «Ο βασιλιάς είναι γυμνός». Πίσω από κάθε λαμπερό χώρο η σκιά είναι πάντα ευρύχωρη, ώστε όταν φθάσουν ώς εκεί τα φώτα της δημοσιότητος και πάλι υπάρχει άφθονο υλικό προς κατανάλωση. Το εκμεταλλεύθηκε άριστα και η δική μας εμπορική τηλεόραση, προβάλλοντας άφθονες σκηνές με μοντέλα στις πασαρέλες επιλέγοντας τις πιο προκλητικές εμφανίσεις και με άφθονες συζητήσεις με γαργαλιστικά υπονοούμενα για το τι μπορεί να συμβαίνει και στο εγχώριο αντίστοιχο κύκλωμα.

Γράφει η Πόπη Διαμαντάκου