ΣΤΑΣΕΙΣ (28-10-99)

«Μεταφράσεις»

Από το «Αέρα!» στον αέρα του Χρηματιστηρίου και των φαντασιώσεών μας. Από το έπος στα έπεα τα πτερόεντα κι ασήμαντα όσων άρχουν κι όσων εποφθαλμιούν την αρχή. Από τη συμμετοχή, την πάνδημη συμμετοχή, στις μετοχές, επίσης πάνδημες. Από το «κρασί του Εικοσιένα» στο 21 της τράπουλας, τον μπλακ-τζακ, τον κουλοχέρη. Από τα χιονισμένα βουνά στις χιονοδρομικές πίστες που υποδέχονται τον ακάθεκτο νεοπλουτισμό μας. Φυσικά, σχεδόν φυσικά, είναι όλα τούτα - οι αλλοιώσεις, οι «μεταφράσεις», η πρόοδος εν γένει, όποιο περιεχόμενο κι αν της δοθεί. Δεν γίνεται να μείνει στάσιμη η ιστορία και οι άνθρωποι, είτε αθύρματά της είναι είτε νομιζόμενοι σεναριογράφοι της και σκηνοθέτες. Κι ωστόσο, χρόνια μετά, κάτι φαίνεται να μένει ίδιο, κάτι σημαδιακό: η μαύρη αγορά. Θρασεμένη τότε, μετά το Αλβανικό, κι όταν η πείνα ξεκλήριζε τον τόπο, επιθετική και τώρα, και το ίδιο χυδαία, με τις ανάγκες που γέννησε ο σεισμός. Για να προχωρήσουμε έτσι από την τοτινή επίταξη των ημιονηγών στη σχεδιαζόμενη επίταξη ανοίκιαστων σπιτιών, που οι ιδιοκτήτες τους δεν αποφασίζουν να τα διαθέσουν, επ' αμοιβή βέβαια, σε όσους είδανε το δικό τους σπίτι να γκρεμίζεται. Ξέρω ανθρώπους, ο καθένας μας ξέρει, που προτίμησαν να στριμωχτούν ή και να ξεσπιτωθούν οι ίδιοι και να προσφέρουν μιαν ανάσα στους σεισμόπληκτους. Ισως δεν είναι πολλοί, αλλά σώζουν τουλάχιστον τα προσχήματα μιας κοινωνίας που θέλει να καυχάται για το αλληλέγγυο πνεύμα της. Περισσότεροι είναι (αλλά και αυτό αριθμείται επίσης στα φυσικά, τα σχεδόν φυσικά) εκείνοι που ορέχτηκαν να εκμεταλλευτούν την ευκαιρία. Οι κρατικές επιδοτήσεις του ενοικίου δεν τους αρκούν. Ούτε και οι φοροαπαλλαγές. Τα θέλουν όλα και τα θέλουν τώρα, γιατί αύριο-μεθαύριο θα είναι μια άλλη μέρα, κι οι αναγκεμένοι κάπως θα έχουν καταφέρει να ανεβούν στο φως. Καλοί άνθρωποι θα 'ναι κατά βάθος, όπως όλοι μας. Μπορεί και να υψώσουν τη σημαία σήμερα, να μνημονεύσουν τον καιρό της εθελοθυσίας, και πιθανόν εκκλησιάζονται και ενστερνίζονται όσα προ Χριστοδούλου εκήρυσσε ο σεμνός λόγος, ή πάλι ανήκουν σε κάποιο κόμμα από κείνα (δηλαδή όλα) που ευαγγελίζονται την κοινωνία της αλληλεγγύης. Αλλά έχουν κι αυτοί δυσκολίες, επιθυμίες, βλέψεις. Κι έτσι αναγκάζονται να βγάλουν χρήμα από τον πόνο... Το βράδυ πάντως θ' ακούσουν τα επετειακά διαγγέλματα και θα πουν «ναι, τέτοιους βγάζει ο τόπος μας». Κι ο ύπνος τους θα είναι ελαφρύς.

Του ΠΑΝΤΕΛΗ ΜΠΟΥΚΑΛΑ