Ευρώπη «φρούριο»
|
Ανάμεσα στα ελαιόδενδρα και τους ευκαλύπτους, κοντά στο Καζαλαμπάτε, όχι μακριά από το λιμάνι του Μπρίντιζι, βρίσκεται το «Τσέντρο Λοριτζόντε» ένα από τα δυό κέντρα φιλοξενίας λαθρομεταναστών στη νοτιοανατολική Ιταλία. Ο Τζιουζέπε Σπεντικάτο του εθελοντικού κινήματος «Μοβιμόντο», το οποίο διοικεί το κέντρο με ελάχιστη κυβερνητική χρηματοδότηση, προτιμά να το ονομάζει κέντρο «υποδοχής». Παρότι η αστυνομία φυλάει το κτήριο, εξακολουθεί να είναι το σπίτι όλων αυτών που συλλαμβάνονται κατά μήκος των ιταλικών ακτών. Οι κάτοικοί του έχουν ζωγραφίσει τους τοίχους της αυλής με λαμπερά χρώματα.
Είναι δύσκολο να πει κανείς αν αυτοί οι άνθρωποι είναι τα θύματα της διακίνησης ανθρώπινης σάρκας ή είναι αυτοί που τελικά ωφελούνται. Σήμερα, άλλωστε, οι λαθρέμποροι ψάχνουν ενεργητικά τους «πελάτες» τους. Μαζί με τους 650 ενήλικες που διαμένουν στο κέντρο, οι οποίοι είναι κυρίως Κούρδοι, αφού έχει πλέον καταλαγιάσει ο πόλεμος στο Κόσοβο, βρίσκονται και 140 έφηβοι, κυρίως αγόρια, που οι οικογένειές τους τα έστειλαν εις αναζήτηση μιας καλύτερης τύχης στη Δύση. Ακόμα και αν αφεθούν ελεύθερα τα αγόρια αυτά, τα περισσότερα θα κινηθούν βορείως, εκτός Ιταλίας. «Δεν υπάρχει τίποτα για εμένα στο σπίτι», εξηγεί ένας δεκαπεντάχρονος Κοσοβάρος που θέλει να πάει στη Γερμανία.
Στην αυλή, γύρω από την πύλη, έχει μαζευτεί μια ομάδα κατοίκων του κέντρου που κρατούν στα χέρια πλαστικές σακούλες με τα ελάχιστα υπάρχοντά τους. Αλλοι έχουν πάρει έγγραφα χορήγησης άδειας παραμονής και άλλοι διαταγές να εγκαταλείψουν τη χώρα εντός 15 ημερών. Θα γυρίσουν σπίτια τους; «Είναι σχεδόν βέβαιο ότι όλοι θα προχωρήσουν στη Γερμανία», λέει ο κ. Σπεντικάτο.
Οι οργανώσεις που εργάζονται με τους πρόσφυγες διαμαρτύρονται για το συσχετισμό που γίνεται μεταξύ αυτών που ζητούν άσυλο, των παράνομων μεταναστών και της εγκληματικότητας. Τώρα που η Ε.Ε. έχει απαγορεύσει τη νόμιμη μετανάστευση, που επιτρέπεται μόνο για το λόγο της οικογενειακής ενοποίησης, ο μοναδικός τρόπος να μπει κανείς στην Ε.Ε. είναι περνώντας απαρατήρητος ή παραμένοντας σε κάποια χώρα παρανόμως. Πολλοί από τους λαθρομετανάστες που εργάζονται ως κουρείς ή σερβιτόροι έχουν πάρει άδειες παραμονής ως φοιτητές και παρέμειναν παρανόμως.
Αγνωστος αριθμός λαθρομεταναστάτων έχει εισέλθει παράνομα στην Ε.Ε. με την πρόθεση να παραμείνει «εντός των τοιχών» για μερικά χρόνια και να αποστείλει τα χρήματα που θα κερδίσει στους οικείους στην πατρίδα. Περιοδικά, μάλιστα, οι παράνομοι μετανάστες νομιμοποιούνται: Η Γαλλία και η Ιταλία έδωσαν πέρυσι αμνηστία σε χιλιάδες λαθρομετανάστες, ενώ άλλοι προσπαθούν να πάρουν άδειες παραμονής ως πρόσφυγες.
Οι κυβερνήσεις της Ε.Ε. πρέπει να βρουν μια ισορροπημένη λύση ανάμεσα στους «ψευδοαιτούντες» και την ανάγκη να προστατεύσουν τους πραγματικούς πρόσφυγες, καθώς και να εξασφαλίσουν ότι η πολιτική χορήγησης πολιτικού ασύλου εγγυάται ένα μίνιμουμ πρόνοιας, νομικής βοήθειας ή του δικαιώματος εργασίας στην Ε.Ε. Τώρα που τόσες κεντροαριστερές κυβερνήσεις βρίσκονται στην εξουσία, στην Ευρώπη ύπαρχει έντονη διάθεση προάσπισης των παραδοσιακών φιλελευθερων αξιών και προστασίας των πραγματικών προσφύγων.
Αλλά και η πολιτική προς τους πραγματικούς πρόσφυγες προκαλεί διαμάχες. Η Γερμανία που δέχεται δυσαναλόγως υψηλό αριθμό αιτήσεων για χορήγηση ασύλου ζητεί «διαμοιρασμό των βαρών». Μαζί με την Αυστρία και την Ολλανδία πιέζει για τον δικαιότερο καταμερισμό των προσφύγων, κάτι στο οποίο ανθίστανται η Γαλλία, η Ισπανία και η Βρετανία. Ενας τρόπος να επιτευχθεί αυτό είναι η δημιουργία καθεστώτος «κοινής αίτησης» ώστε οι νεοεισερχόμενοι να μην μπορούν να ψάχνουν για τον ευκολότερο τρόπο εισόδου ή τις καλύτερες συνθήκες διαβίωσης. Υπό τις ισχύουσες συνθήκες, ο πρόσφυγας πρέπει να υποβάλει αίτηση στο κράτος στο οποίο εισέρχεται. Πολλοί, ωστόσο, που μπαίνουν από θαλάσσης απαρατήρητοι στην Ιταλία περιμένουν να κάνουν αίτηση όταν φτάσουν σε κάποιο κράτος βορειότερα, το οποίο προτιμούν.
Αυτοί που ευαγγελίζονται το κοινό καθεστώς αίτησης λένε ότι κάτι τέτοιο δεν θα επιτρέψει σε αυτούς που γυρεύουν άσυλο να ψάχνουν την καλύτερη περίπτωση και παράλληλα θα ενθαρρύνει τους πρόσφυγες να κάνουν αίτηση και να μένουν στο σημείο όπου φτάνουν.
Ωστόσο, σύμφωνα με έρευνες, οι μετανάστες δεν πηγαίνουν μόνο εκεί που υπάρχουν οι καλύτερες συνθήκες ή εργασία. Συνήθως πορεύονται εκεί που έχουν φίλους ή οικογένεια ή απλώς εκεί που τους έστειλε ο «τουριστικός πράκτορας» που τους έβαλε παράνομα στη χώρα. Μια κοινή πολιτική ασύλου και ο επιμερισμός των ευθυνών, κυρίως σε περιόδους κρίσης, όπως ο πόλεμος στο Κόσοβο, έχει πραγματικά νόημα. Ομως, χάρη στους υπάρχοντες δεσμούς, καμιά εναρμόνιση δεν θα σταματήσει τους εποίκους που έχουν ξεκινήσει για τα μέρη όπου ήδη εγκαθίστανται.
Για αυτόν το λόγο η Γερμανία δείχνει τέτοιο ζήλο για την αστυνόμευση των συνόρων της Ε.Ε. Εχει, ήδη, δαπανήσει πολλά χρήματα για την ενίσχυση των συνόρων με την Πολωνία που περνούν μέσα από δάση και βάλτους και εξόπλισε τους συνοριακούς φρουρούς με υπέρυθρους ανιχνευτές. Μάλιστα, εξαιτίας της προτεινόμενης επέκτασης της Ε.Ε. προς ανατολάς, η Γερμανία βοηθάει κατά κόρον την Πολωνία, καθώς και τα άλλα επίδοξα μέλη της Ε.Ε. στην Κεντρική Ευρώπη να ελέγξουν σθεναρότερα τα ανατολικά τους σύνορα.
Ωστόσο, μόλις σφραγιστεί μια συνοριακή γραμμή της Ε.Ε., οι λαθρέμποροι αλλάζουν ρόττα. Η Γιούροπολ υποστηρίζει ότι, εξαιτίας του καλύτερου ελέγχου που ασκούν οι χώρες της Κεντρικής Ευρώπης που θέλουν να γίνουν μέλη της Ε.Ε., τα σημεία απ' όπου εισέρχονται οι λαθρομετανάστατες βρίσκονται στα σύνορα της Σκανδιναβίας με τα Βαλτικά Κράτη και τη Ρωσία καθώς στην Ιταλία και στην Ισπανία. Ετσι, όσο η Ευρώπη προσπαθεί να ενισχύσει τα σύνορά της μπορεί να κρατήσει μακριά τους καλούς. Οι κακοί, ωστόσο, θα μπορέσουν και πάλι να εισέλθουν.
The Economist
Ο Αντώνης Καρκαγιάννης απουσιάζει εκτάκτως.
|