ΣΧΟΛΙΟ Του Κ.Ι. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ (14-10-99)

Το «μήνυμα» και το πρόβλημα

Δεν συμφωνούμε με την άποψη της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ότι η μεταφορά ενός πρωθυπουργικού μηνύματος, προφορικού, μέσω του Ελληνα πρεσβευτή στην Αγκυρα, στον κ. Μπουλέντ Ετσεβίτ, αποτελεί απόδειξη άσκησης «μυστικής διπλωματίας». Τέτοια μηνύματα βρίσκονται στο πλαίσιο της διεθνούς διπλωματικής πρακτικής και στην προκειμένη περίπτωση μάλιστα δεν ειπώθηκε στον Τούρκο πρωθυπουργό τίποτε το ιδιαζόντως ενδιαφέρον, δεν διατυπώθηκε κάποια νέα θέση άγνωστη στην Αθήνα. Αν υπάρχει ενδιαφέρον για το προφορικό μήνυμα του κ. Κ. Σημίτη, αυτό έχει να κάνει με το γιατί μεταφέρθηκε στη συγκεκριμένη πολιτική στιγμή η θέση του Ελληνα πρωθυπουργού, στην τουρκική ηγεσία, μια και ο κ. Ετσεβίτ απέκρουσε ξερά το «άνοιγμα» της ελληνικής κυβέρνησης. Υποτίθεται ότι σε αυτές τις περιπτώσεις, γίνεται μια κάποια προετοιμασία διά της διπλωματικής οδού, ώστε να είναι γνωστό το πώς η άλλη πλευρά θα αντιδρούσε σε τέτοιου είδους «μηνύματα», όταν αυτά μάλιστα πρόκειται να βγουν στη δημοσιότητα. Ετσι στην προκειμένη περίπτωση μπορεί κανείς να υποθέσει, είτε ότι ο πρωθυπουργός έκανε λάθος, στέλνοντας το «μήνυμά» του στον κ. Ετσεβίτ, χωρίς προετοιμασία είτε ότι έπραξε έτσι για να γίνει ακριβώς γνωστό σε κάθε τρίτο ενδιαφερόμενο για την πορεία των πραγμάτων, ότι η Αγκυρα εξακολουθεί να αντιδρά αρνητικά σε κάθε ελληνικό «άνοιγμα», διατηρώντας αδιάλλακτες θέσεις στα του Αιγαίου και στο Κυπριακό. Συνεπώς, σύμφωνα με αυτήν τη λογική, η αξιωματική αντιπολίτευση θα μπορούσε να κατηγορήσει τον πρωθυπουργό ότι έκανε μια λάθος κίνηση ή ότι έκανε μια τακτική κίνηση με συγκεκριμένο πολιτικό στόχο, κρατώντας για μια ακόμη φορά την αντιπολίτευση στο σκοτάδι. Σημασία έχει, ότι στην παρούσα φάση, η κυβέρνηση του κ. Κ. Σημίτη βρίσκεται σε εξαιρετικά δύσκολη θέση, προκειμένου να «προσαρμοστεί» (όπως της το ζητούν εταίροι και σύμμαχοι), σε μια εξέλιξη πραγμάτων που προωθεί η νέα ευρωατλαντική συνεργασία σε πολλά επίπεδα. Ενα απ' αυτά έχει σχέση με τους δεσμούς (αμυντικούς, πολιτικούς και οικονομικούς) που θα έπρεπε να έχει η Τουρκία με την Ευρωπαϊκή Ενωση. Και εδώ σκοντάφτουν οι εξελίξεις αυτές στους ακόμη «ανοικτούς λογαριασμούς» που έχουν η Αθήνα και η Λευκωσία με την Αγκυρα. Οι μεγάλες δυσκολίες που έχει η κυβέρνηση στην αντιμετώπιση αυτής της υπόθεσης και η σύγχυση στην οποία βρίσκεται είναι πλέον γνωστά. Αυτό που δεν είναι ακόμη γνωστό είναι ποια συγκεκριμένη πολιτική προτείνει η αξιωματική αντιπολίτευση σε μια μείζονα υπόθεση που αφορά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις σε συνδυασμό με τις ευρωτουρκικές σχέσεις, την ενταξιακή πορεία της Κύπρου και το Κυπριακό μαζί. Εφόσον η κυβέρνηση αρνείται, επιδεικνύοντας έναν μεγάλο πολιτικό εγωισμό, να ανταλλάξει απόψεις με την αντιπολίτευση, η Ν.Δ. οφείλει να παρουσιάσει μια δική της, ολοκληρωμένη θέση.