ΣΤΑΣΕΙΣ (30-09-99)

Λαβύρινθοι

Αρπαγμένοι καθώς είμαστε από την αγωνία του Χρηματιστηρίου αλλά και του φανταστικού «επερχόμενου» σεισμού, εκτοπίσαμε στο περιθώριο του ενδιαφέροντός μας τον πραγματικό σεισμό και την απτότατη απελπισία όσων έμειναν στους πέντε δρόμους ύστερα από τα βιαιότατα πλήγματά του. Και όμως, χιλιάδες άνθρωποι αναμετριούνται καθημερινά με τα ερείπια και πασχίζουν να ορθώσουν την ψυχή τους μέσα σ' έναν κόσμο που, όσο περνούν οι μέρες, αποσύρεται από τη γενναιοδωρία και τη συμπόνια και επιστρέφει στους παραδοσιακούς ρυθμούς του, τους κανονικούς: τους ρυθμούς, όχι απλώς της αδιαφορίας, αλλά και της κακότητας. Ο,τι μαθαίνουμε, και όχι τόσο από τα θραύσματα των ειδήσεων που τιμώνται με κάποιο χιλιοστό δημοσιότητας όσο από φίλους και συγγενείς που βρέθηκαν στη ζώνη του εφιάλτη, είναι μαύρο και πικρό. Με δεδομένη την απόφαση της πολιτείας να μην επέμβει ρυθμιστικά στο ενοικιοστάσιο, πολλοί από τους ιδιοκτήτες ενστερνίστηκαν το δόγμα «η καταστροφή σου, ευτυχία μου», και όχι απλώς απαιτούν διακόσιες χιλιάδες για ένα δυάρι, μπορεί και σημειωμένο με κίτρινη μπογιά, αλλά, για να μπορέσουν να κερδοσκοπήσουν ακόμη περισσότερο, εκδιώκουν, μετερχόμενοι ποικίλα προσχήματα, τους ήδη ενοικιαστές, προπάντων αν αυτοί δεν έχουν ελληνική την υπηκοόητα. Ελληνική υπηκοότητα και ελληνικότατη παιδεία έχουν, πάντως, όσοι και όσες ιδιοποιήθηκαν τον τρόπο του γύπα και της ύαινας και, με τεχνάσματα πολλά, επέπεσαν κατά των σεισμοπλήκτων. Το κόλπο που σκαρφίζεται συνήθως η ανεντιμότητά τους είναι να προσποιούνται τους πολιτικούς μηχανικούς που, με τα μέσα τους και την καπατσοσύνη τους, θα καταφέρουν να πάρουν δάνειο, γρήγορα και παστρικά. Και βρίσκουν κόσμο που τους πιστεύει, γιατί ο κόσμος, στην απόγνωσή του μέσα, παραδίδεται και πιστεύει τα πάντα. Και δίνει τα πάντα: ας πούμε εκατό ή εκατόν πενήντα χιλιάρικα στο «μηχανικό» που υπόσχεται εκμαυλιστικά ότι θα φροντίσει να νικήσει τη γραφειοκρατία και να αποσπάσει εφτακόσιες χιλιάδες. Κάποια άλλη γραφειοκρατία, μάλιστα, έχει μεριμνήσει να χαθούν οι περισσότεροι φάκελοι των αμαρτωλών κτισμάτων, που σωριάστηκαν συμπαρασύροντας δεκάδες ανθρώπους. Από γραφείο σε γραφείο και από ερμάριο σε ερμάριο, χάθηκαν κρίσιμα στοιχεία, εκθέσεις, μελέτες, αποφάσεις, νόμοι, χάθηκε η πιθανότητα της Δικαιοσύνης. Μέσα στο λαβύρινθο των «αρμοδίων» και των «συναρμοδίων», χάθηκε η ιδέα ότι πρέπει να υπάρξει κολασμός, μια ιδέα που εκδηλώθηκε ισχυρότατη και πάνδημη τις πρώτες μέρες, για να ξεθυμάνει σιγά σιγά, όπως συνήθως, όπως πάντα. Γιατί τελικά ο Μινώταυρος βρίσκεται μέσα μας, και εκεί θεριεύει, περιμένοντας υπομονετικά να λάβει δικαίωμα εξόδου.

Του ΠΑΝΤΕΛΗ ΜΠΟΥΚΑΛΑ