Κύριο άρθρο της 29-06-99

Περί «σφαγής»

Η εκτίμηση ότι 20.000 περίπου μαθητές της Α‹ Λυκείου απορρίπτονται κατά τις προαγωγικές εξετάσεις του Ιουνίου, μετά την -υπό το νέο σύστημα- κατάργηση των ανεξεταστέων, προκάλεσε επικρίσεις για απαράδεκτη και υπερβολική αυστηρότητα· τα παιδιά αυτά, ελέχθη, πρέπει να έχουν μια δεύτερη ευκαιρία. Από πρώτη άποψη, η κριτική φαίνεται εύλογη. Ενα σύστημα, που απορρίπτει το 13-14% των μαθητών μιας τάξεως, δεν μπορεί να είναι σωστό. Η μόνη εξήγησή του δεν μπορεί παρά να ευρίσκεται στην ελαφρώς «συνωμοσιακή» ερμηνεία, που από πολλές πλευρές δόθηκε: ότι, δηλαδή, σκοπός του νέου συστήματος είναι η απόρριψη υψηλού ποσοστού μαθητών σε κάθε λυκειακή τάξη, ώστε τελικώς να φθάνουν προ των πυλών των Πανεπιστημίων σχετικώς λίγοι και να εισάγονται ...όλοι. Η εντύπωση, όμως, αυτή ανατρέπεται, αν υποβληθεί κανείς στον κόπο να μάθει πώς απορρίπτεται πλέον κανείς με το νέο σύστημα, αλλά και να πληροφορηθεί πόσοι απορρίπτονταν με το παλαιό. Διαπιστώνει, τότε, ότι και μέχρι πέρυσι οι απορριπτόμενοι υπερέβαιναν το 10% τον Σεπτέμβριο, ενώ ένα μικρό ποσοστό είχε απορριφθεί ήδη από τον Ιούνιο. Κυρίως, όμως, διαπιστώνει ότι για να απορριφθεί ένας μαθητής, πρέπει να συγκεντρώνει μέσο όρο μικρότερον του 10 στα γραπτώς εξεταζόμενα μαθήματα και μικρότερον του 9,5 στα εξ αυτών κύρια. Μέσον όρο! Ο απορριπτόμενος αποτυγχάνει, δηλαδή, να εξασφαλίσει τη βάση σε όλα τα μαθήματα μαζί, ενώ παλαιότερα -προ των διαδοχικών μεταρρυθμίσεων- ο μαθητής απορριπτόταν, αν δεν συγκέντρωνε τη βάση σε καθένα από τρία κύρια μαθήματα, στις δε επαναληπτικές εξετάσεις έχανε την τάξη, αν «κοβόταν» σε οποιοδήποτε μάθημα. Τότε ουδείς διαμαρτυρόταν. Σήμερα εξιστάμεθα, που, για να προβιβασθεί κανείς, πρέπει να εξασφαλίζει ως μέσο όρο τον βαθμό, κάτω από τον οποίο θεωρείται «επισήμως» ότι δεν μπόρεσε να μάθει ούτε τα αξιολογούμενα ως στοιχειώδη. Αν πραγματικά θέλουμε, όπως κατά καιρούς δηλώνουμε, να παρέχει η δευτεροβάθμια εκπαίδευση γενικές γνώσεις και να έχει το απολυτήριο του Λυκείου κάποιο αντίκρυσμα, δεν μπορεί να εξεγειρόμαστε, επειδή απαιτούνται τα ελάχιστα. Αν η οδός προς την αποφοίτηση είναι ακώλυτη, τότε το «χαρτί» δεν θα σημαίνει τίποτε ούτε ως τυπικό προσόν, ούτε ως ένδειξη ουσιαστικών γνώσεων, πράγμα που θα καθιστά δώρον άδωρον την προαγωγή από τάξη σε τάξη. Τελικώς, εξοργιζόμενοι με την υποτιθεμένη αυστηρότητα, μάλλον ενθαρρύνουμε οι ίδιοι τον ευτελισμό των Λυκείων μας.