ΣΧΟΛΙΟ του ΠΑΝΤΕΛΗ ΜΠΟΥΚΑΛΑ - (30-06-98)

Χουλιγκανισμός χωρίς ημίχρονο

Δεκαεφτά χρονώ παιδιά και δεκαοχτώ. Και θητεύουν στη βία, αντικαθιστώντας ήδη τις πέτρες με μολότοφ και τα ξύλα με μαχαίρια. Κι όχι για να ξεδώσουν, να εκτονωθούν, παρά για να υπάρξουν, αφού έφτασαν να ταυτίζουν την ύπαρξή τους με την καταστροφή των άλλων, δηλαδή των ομοίων τους. Αρπάζοντας πρόθυμα τη σκυτάλη σε μια τοπικιστική-ποδοσφαιρική βεντέτα που μόνον τους επιχειρηματίες του αθλητισμού και τους καιροφυλακτούντες οχλαγωγούς πολιτευτές εξυπηρετεί, προσπαθούν να δώσουν νόημα στην καθημερινότητά τους θηλάζοντας το ανόητο, το απολύτως ανόητο. Αποσπώντας αλήθεια από την πλάνη, οργανώνονται σε μέχρις αίματος αντίπαλες ομάδες ανάλογα με το αν γεννήθηκαν στ' αριστερά ή στα δεξιά ενός δρόμου ή ενός πάρκου· κι αυτή η ασήμαντη, η καταγέλαστη διαφορά, διογκώνεται για να κατακαλύψει και να φιμώσει τα πολλά που τους καθιστούν ίδιους, τα πολλά που θα μπορούσαν να τους ενώσουν για να πολεμήσουν την πραγματικότητα που τους πνίγει κι όχι κάποια φαντάσματα που στοιχειώνουν το νου τους, ο οποίος αρπάζεται από τον ποδοσφαιρικό φανατισμό για να μην καταποντιστεί. Δύο δεκαετίες πριν, πιθανότατα θα μετείχαν (από μεράκι ή από μόδα) σε κάποιον από τους αναρίθμητους πολιτιστικούς συλλόγους ή στη νεολαία κάποιου κόμματος. Αλλά οι μεν πολιτιστικοί σύλλογοι εξαντλήθηκαν στις διακηρύξεις της πατερναλιστικής τους πρόθεσης «να ανεβάσουν το επίπεδο του λαού» ή αποδείχθηκαν απλές σφραγίδες, τις δε περισσότερες νεολαιίστικες οργανώσεις τις συρρίκνωσε ο χρόνος, αν δεν τις σκόρπισε, σκορπίζοντας μαζί και το αίτημα της συλλογικότητας, που, ακόμη κι αν υπήρξε στρεβλωμένο ή και στρεβλωτικό, διέσωζε ικανή δόση ευγένειας. Τώρα, ύστερα από μια ριζική αντιστροφή των πραγμάτων, η συλλογικότητα επιζητείται σε μορφές που επιβραβεύουν την αντικοινωνικότητα, την αυτοτροφοδοτούμενη και αυτονομιμοποιούμενη επιθετικότητα κατά της «σάπιας» κοινωνίας. Και τέτοια ακριβώς μορφή είναι ο χουλιγκανισμός, είναι δηλαδή ένα γενικής φύσεως «αντί», το περιεχόμενο του οποίου ποικίλλει ανάλογα με το ποιος ορίζεται εχθρός κάθε φορά, ανάλογα με το εκάστοτε πρόσχημα: ο γειτονικός πλην μισητός σύλλογος, οι τριπλά μισητές «μεγάλες» ομάδες, οι αστυνομικοί, οι γονείς, οι δάσκαλοι Ρ οι πάντες. Το περιστατικό της Νίκαιας, η πυρπόληση ενός εφήβου από συνομηλίκους του, είναι πράξη πολλαπλώς δυσοίωνη επειδή εκτελέστηκε ψυχρά, «σε άδειο γήπεδο», ενόσω τα ποδοσφαιρικά πάθη υποτίθεται πως έχουν πέσει σε θερινό λήθαργο. Αυτό σημαίνει ότι ο χουλιγκανισμός δεν είναι φαινόμενο αποκλειστικά ποδοσφαιρογενές και περιχαρακωμένο στα όρια των σταδίων, κι ας εκδηλώνεται υπό τα λάβαρα κάποιων ομάδων. Οταν λοιπόν -αμήχανοι ή κατά βάθος αδιάφοροιΡ αναθέτουμε στην αστυνομία τη «θεραπεία» του, είναι σαν να επιλέγουμε τον αυτοαποκεφαλισμό σαν μοναδική αγωγή για τον πονοκέφαλο.