ΔΙΕΘΝΕΣ ΒΗΜΑ (18-06-98)

Το πλαίσιο σχέσεων Ρωσίας - Ευρώπης

Μέχρι τώρα η Αμερική και η Ρωσία έχουν περιοριστεί στις εχθρικές ματιές, αλλά εύκολα μπορούν να ανάψουν τα πνεύματα. Το Αζερμπαϊτζάν, μετά τον θάνατο του ηλικιωμένου αυταρχικού ηγέτη του Γκάινταρ Αλίγιεφ, μπορεί εύκολα να βυθιστεί στην αστάθεια. Αν πετύχαινε η δολοφονική απόπειρα κατά του Εντβαρντ Σεβαρντνάντζε, η Γεωργία κατά πάσα πιθανότητα θα ξανακυλούσε στον εμφύλιο πόλεμο, ενώ ένας νέος πρόεδρος στη Ρωσία ίσως θα επέμενε να δώσει πίσω η Ουκρανία τη χερσόνησο της Κριμαίας. Για το καθένα από αυτά τα ενδεχόμενα, πιθανόν οι εμπλεκόμενες χώρες θα στρέφονταν στην Αμερική για βοήθεια, με συνέπεια την απευθείας αντιπαράθεσή της με τη Ρωσία. Μια παρενέργεια των ρωσοαμερικανικών δυσκολιών είναι η βελτίωση των σχέσεων Ρωσίας και Ευρώπης. Η Ρωσία επέλεξε να βλέπει την Ευρώπη σαν την «καλή Δύση», παρόλο που δείχνει αδυναμία να κατανοήσει πώς λειτουργεί -σαν να βασίζεται σε εγχειρίδια διπλωματίας του προηγούμενου αιώνα. Η απόπειρα του κ. Γέλτσιν τον Μάρτιο να συγκαλέσει μια «τρόικα» κορυφής με τον Γερμανό καγκελάριο Χέλμουτ Κολ και τον Γάλλο πρόεδρο Ζακ Σιράκ στέφθηκε από πλήρη αποτυχία. Ο κ. Γέλτσιν συμπεριφέρθηκε σαν να εδικαιούτο την κενή θέση στην κεφαλή του ευρωπαϊκού τραπεζιού και οι κύριοι Κολ και Σιράκ χαμογελαστοί επέστρεψαν στα σπίτια τους. Ενα ζήτημα που θα μπορούσε να οξύνει τις ρωσοευρωπαϊκές σχέσεις είναι η ένταξη στο ΝΑΤΟ κάποιας από τις βαλτικές χώρες. Η Ρωσία θα αντιτίθετο περισσότερο από ό,τι στην περίπτωση των κρατών της Κεντρικής ή της Ανατολικής Ευρώπης, επειδή θεωρεί ότι οι διεκδικήσεις της στη Βαλτική έχουν ιστορικά και στρατηγικά ερείσματα. Για τον ίδιο λόγο οι χώρες της Βαλτικής θέλουν να συμπεριληφθούν στο ΝΑΤΟ και περιμένουν μάλλον από τα ευρωπαϊκά κράτη παρά από τις ΗΠΑ να πάρουν το μέρος τους κατά της Ρωσίας στον οποιοδήποτε βαθμό απαιτηθεί. Προβλήματα μπορεί επίσης να δημιουργηθούν με την ανατολική επέκταση της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η οποία πιθανόν θα θεωρηθεί από τη Ρωσία σαν μεγαλύτερη απειλή από τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ. Μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού, οι χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, καθώς και η Κύπρος στάθηκαν αρκετά ανοιχτές απέναντι στη Ρωσία. Εχουν ελάχιστους περιορισμούς για τους Ρώσους επισκέπτες και διατηρούν άφθονες εμπορικές και τουριστικές συναλλαγές, ενώ πολλές ρωσικές εταιρίες καταθέτουν το χρήμα τους στις εκεί τράπεζες. Αν αυτές οι χώρες ενταχθούν στην ΕΕ, οι συναλλαγές θα περιοριστούν από τους τελωνειακούς κανονισμούς και τους τραπεζικούς νόμους. Αυτό μπορεί να προκαλέσει εντάσεις στον οικονομικό τομέα, ιδίως αν η Ρωσία δει πιθανές αγορές της να χάνονται, όσο και στο διπλωματικό, αν θεωρήσει σκόπιμο να αυξήσει την επιρροή της σε χώρες που είναι ακόμα εκτός Ε.Ε. Οι σχέσεις Ρωσίας - Ευρώπης θα γνωρίσουν κάποια κρίση όταν ο κ. Γέλτσιν αποχωρήσει - το 2000 με τη λήξη της θητείας του ή και νωρίτερα για λόγους υγείας. Η Δύση τον βλέπει σαν τον καλύτερο σύμμαχό της στη Ρωσία, επειδή σεβάστηκε τις δημοκρατικές διαδικασίες και ελπίζει ότι όσο υπάρχει έστω και αυτή η δημοκρατία, θα μπορούν να διορθωθούν οι αντιδημοκρατικές παρεκτροπές της. Στην ουσία, όμως, ακόμα κι αν η δημοκρατία παραμείνει μετά τον Γέλτσιν, η ρωσική κοινωνία έχει ελάχιστη αίσθηση των κοινών αξιών. Η κυβέρνηση δεν αισθάνεται υποχρεωμένη να λογοδοτεί στο λαό για τις πράξεις της και εκείνος δεν αισθάνεται υπεύθυνος για τις πράξεις της κυβέρνησης, η οποία ως εκ τούτου λειτουργεί άσχημα ή καθόλου. Είναι διασπασμένη και διεφθαρμένη, εύκολη λεία για ομάδες συμφερόντων κάθε είδους. Ο μόνος ισχυρός θεσμός είναι η προεδρία, η οποία όμως εξασθενεί καθώς η υγεία και το ηθικό του Γέλτσιν τον εγκαταλείπουν. Η κατάσταση αυτή κάνει τις εξωτερικές σχέσεις δέσμιες σε διάφορους θεσμούς και ομάδες συμφερόντων. Στην κορυφή βρίσκεται η εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης, που συνήθως είναι στραμμένη προς τη Δύση. Επειτα έρχεται η εξωτερική πολιτική του υπουργείου Εξωτερικών, το οποίο υπό τον κ. Πριμάκοφ έχει καλλιεργήσει τους δεσμούς με τον αναπτυσσόμενο κόσμο, ιδίως τους φίλους της σοβιετικής εποχής. Πιο κάτω είναι η εξωτερική πολιτική της Δούμα, που μπλοκάρει τις συμφωνίες του κ. Γέλτσιν. Επειτα από αυτούς τους βασικούς κυβερνητικούς κλάδους, έρχονται ορισμένοι άλλοι ισχυροί παράγοντες, όπως οι εξαγωγές όπλων και πυρηνικής τεχνολογίας, των οποίων το επίσημο και ανεπίσημο εμπόριο κυριαρχεί στις σχέσεις της Ρωσίας με πολλά καθεστώτα, περιλαμβανομένου του κινεζικού. Και, τέλος, υπάρχουν ακόμα οι μεγάλες εταιρείες παραγωγής ενέργειας, με κύρια την Gazprom, το κρατικό μονοπώλιο του φυσικού αερίου, που ελέγχει το μεγαλύτερο ποσοστό από την προμήθεια ενέργειας στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες και πολύ από το σκληρό συνάλλαγμα που μπαίνει στη Ρωσία. Η Ρωσία πρέπει, λοιπόν, να ενοποιήσει την εξωτερική πολιτική της. Για να έχει τη δυνατότητα να εμπνεύσει εμπιστοσύνη στους δυτικούς συνομιλητές της και να οικοδομήσει έτσι, μια σταθερή σχέση με τη γειτονική της Ευρώπη.

Ο κ. Αντ. Καρκαγιάννης απουσιάζει εκτάκτως.