ΣΤΑΣΕΙΣ (11-06-98)

Γίγαντες

Σαν να αναστήθηκε ξαφνικά ο Τάλως, ο χάλκινος γίγαντας που πλάστηκε από τον Ηφαιστο και δωρήθηκε από τον Δία στην Ευρώπη και ο οποίος προστάτευε την Κρήτη διασχίζοντάς την τρεις φορές ημερησίως και λιθοβολώντας τους προσερχόμενους πολεμίους· σαν να εγέρθηκε απροσδόκητα και να μετανάστευσε στη Γαλλία, αποφασισμένος να ασχοληθεί και αυτός με το ποδόσφαιρο, όπως όλοι μας. Θεόρατος ήταν ο Τάλως (και θα 'μενε αθάνατος, αν δεν είχε κι αυτός την αχίλλειο πτέρνα του που τη γνώριζε η φαρμακός Μήδεια), θεόρατα και τα τέσσερα ρομπότ που διέσχισαν το Παρίσι, ο Ασιάτης Χο, ο Αφρικανός Μουσά, ο Αμερικανός Πάμπλο και ο Ευρωπαίος Ρομέο, ο καθένας βαρυφορτωμένος με την υπόσχεση μιας συμφιλίωσης που αποδεικνύεται πάντοτε προσωρινή. Αν οι σκηνοθέτες του μάλλον εξουθενωτικού ως προς τη διάρκεια και το ρυθμό του θεάματος ήθελαν να δείξουν στο οικουμενικό τους κοινό πόσο γιγαντώθηκε το ποδόσφαιρο, η επιχείρηση ποδόσφαιρο δηλαδή, η οποία διεκπεραιώνεται από τους «τιτάνες» και τους «γίγαντες» της λεγόμενης ποδοσφαιρικής γλώσσας, καλά έπραξαν κατασκευάζοντας τα ηλεκτρονικά ανδρείκελά τους, τα οποία ορισμένες στιγμές έδειχναν θλιμμένα μέσα στην εξωανθρώπινη μοναξιά τους. Σοφά έπραξαν επίσης αν ήθελαν να υπαινιχθούν ότι το ποδόσφαιρο έχει πάψει από καιρό να είναι πρωτίστως άθλημα τεχνικής και πνευματικής ευστροφίας και μετατράπηκε σε ένα σπορ για ανταγωνιζόμενες φυσικές μηχανές, για ιατροφαρμακευτικώς υποστηριζόμενα σώματα που μπορούν βέβαια να παίζουν ακούραστα τρεις και τέσσερις ώρες μπάλα, αλλά ανάμεσά τους σπανίζουν οι μάστορες της προσποίησης και του απίθανου, οι χορευτές που μπορούν να χλευάσουν με την επινόησή τους οποιοδήποτε σύστημα. Οι δημιουργοί του παρισινού θεάματος γλίστρησαν στο ίδιο σημείο όπου γλιστρούν όλοι οι σκηνοθέτες (ή κάθε είδους καλλιτέχνες) που θέλουν τα πουν όλα μαζί, εφάπαξ: αράδιασαν λοιπόν δεκάδες σύμβολα, άλλα πρόδηλα, άλλα δυσανάγνωστα αλλά απλώς χοντροκομμένα μέσα στην ακκιζόμενη ευρηματικότητά τους. Περιέπεσαν έτσι στη φλυαρία, νομίζοντας ότι υπηρετούν την πολυσημία. Για να εντυπωσιάσουν, επέλεξαν την πεπατημένη: τον όγκο, το μέγεθος, την υπερβολή: είκοσι μέτρα κάθε γίγαντας, χιλιάδες κομπάρσοι (πώς να μη θυμηθεί κανείς τους επίσης χιλιάδες κομπάρσους που είχαν αλαζονικά χρησιμοποιηθεί προ ετών κατά τη θλιβερή και ιδεολογικώς σημαίνουσα «αναπαράσταση» της πτώσης της Βαστίλλης), χιλιάδες μπάλες, χιλιάδες μάσκες να σκεπάζουν τα ανθρώπινα πρόσωπα... Ενας πληθωρισμός που θορυβεί για να επιδείξει ναρκισσιστικά την πρωτοτυπία του και για να καλύψει τις επίσης θηριώδεις δαπάνες που τον προπαρασκεύασαν. Ενας βαρύς γδούπος που μάλλον έσβησε τελικά τις μουσικές που δοκίμασαν να εκτιναχτούν και να συμπεριλάβουν το πλήθος των θεατών σε ένα κάποιο ελευθερωμένο πανηγύρι.

Του ΠΑΝΤΕΛΗ ΜΠΟΥΚΑΛΑ